Μια φορά κι έναν καιρό, βαθιά μέσα στη ζούγκλα, ζούσε ένας ρινόκερος που λεγόταν Ρίκο.
Ήταν μεγαλόσωμος, γερός, με γκρίζο δέρμα σαν πέτρα μα με μια καρδιά ευαίσθητη σαν λουλούδι.
Ο Ρίκο ο ρινόκερος αγαπούσε τη φύση, αλλά δεν άντεχε τους δυνατούς ήχους γύρω του.
Όλη μέρα άκουγε πιθήκους να χτυπούν καρύδες, παπαγάλους να φωνάζουν, ποτάμια να βρυχώνται και βατράχους να τραγουδούν άναρχα.
«Αχ, αν μπορούσε η ζούγκλα να σωπάσει λίγο…» σκεφτόταν.
Ένα βράδυ, καθώς περπατούσε κοντά στη λίμνη με το φεγγάρι να καθρεφτίζεται στο νερό, άκουσε κάτι διαφορετικό.
Έναν ήχο απαλό, γλυκό, γεμάτο ειρήνη.
Ο ήχος ερχόταν από μια μικρή καλύβα με κλαδιά και φύλλα.
Μέσα καθόταν μια παλιά χελώνα, η κυρία Λούνα, και έπαιζε πιάνο.
Τα δάχτυλά της κινούνταν αργά πάνω στα πλήκτρα, και κάθε νότα απλωνόταν σαν δροσιά στον αέρα.
Ο Ρίκο στάθηκε μαγεμένος.
«Τι είναι αυτό το μαγικό πράγμα;» ρώτησε σιγανά.
Η Λούνα γέλασε ήρεμα.
«Αυτό, αγαπημένε μου, είναι μουσική. Και το όργανο λέγεται πιάνο. Με αυτό, ακόμα κι ένας άνεμος μπορεί να γίνει τραγούδι.»
Ο Ρίκο πλησίασε διστακτικά.
«Θα μπορούσα κι εγώ… να δοκιμάσω;»
Η Λούνα έγνεψε.
Την πρώτη φορά, ο Ρίκο πάτησε τόσο δυνατά τα πλήκτρα που σχεδόν τινάχτηκε σκόνη από το καπάκι.
Μα δεν τα παράτησε.
Κάθε μέρα ερχόταν ξανά. Έπαιζε λίγο, άκουγε, ξαναπροσπαθούσε.
Τα μεγάλα του δάχτυλα άρχισαν να μαθαίνουν να είναι απαλά, όπως τα φτερά μιας πεταλούδας.
Και τότε συνέβη κάτι μαγικό.
Ένα απόγευμα, ο Ρίκο έπαιξε μια απλή μελωδία.
Ο ήλιος έγερνε, και γύρω του η ζούγκλα σιώπησε.
Τα πουλιά σταμάτησαν να φτερουγίζουν. Οι πίθηκοι κούρνιασαν ήσυχα στα δέντρα.
Ακόμη και τα ποτάμια έμοιαζαν να κυλούν πιο απαλά, σαν να ήθελαν να ακούσουν καλύτερα.
Η μουσική του Ρίκο έφερε γαλήνη.
Οι ήχοι της ζούγκλας έγιναν πιο μαλακοί, πιο ευγενικοί.
Οι καβγάδες σταμάτησαν, και τα ζώα άρχισαν να συναντιούνται γύρω του κάθε βράδυ, για να ακούσουν τις μελωδίες του.
Κάποιοι έλεγαν πως το πιάνο του ήταν φτιαγμένο από ξύλο ιερής συκής, άλλοι πως ο Ρίκο έπαιζε με την καρδιά του.
Μα εκείνος ήξερε την αλήθεια: η μουσική δεν ερχόταν από τα πλήκτρα, αλλά από την ηρεμία που βρήκε μέσα του.
Κάθε νύχτα, κάτω από τα αστέρια, ο Ρίκο καθόταν δίπλα στη λίμνη και έπαιζε το Τραγούδι της Ζούγκλας.
Ένα τραγούδι απλό, γαλήνιο, που θύμιζε σε όλους ότι η δύναμη δεν είναι πάντα βρυχηθμός είναι και σιωπή. 🌙🎶
