Στην καρδιά της ζούγκλας, εκεί που τα δέντρα αγγίζουν τον ουρανό και τα φύλλα κάνουν θόρυβο σαν τραγούδι όταν τα φυσάει ο άνεμος, ζούσε ένας πολύχρωμος παπαγάλος, ο Μίμης. Τα φτερά του έλαμπαν με κόκκινο, πράσινο, μπλε και κίτρινο – σαν να είχε πάνω του όλα τα χρώματα του ουράνιου τόξου.
Ο Μίμης είχε ένα ιδιαίτερο χάρισμα: μπορούσε να μιμείται όλες τις φωνές της ζούγκλας! Όταν το λιοντάρι Λέων βρυχιόταν δυνατά, ο Μίμης τον αντέγραφε τόσο καλά που ακόμα κι ο ίδιος ο Λέων μπερδευόταν και κοίταζε γύρω του απορημένος. Όταν η Μάρα η Μαϊμού γελούσε και σκαρφάλωνε στα κλαδιά, ο Μίμης ξεσπούσε στο ίδιο γέλιο, κάνοντας όλους να γελάνε ακόμα πιο πολύ.
Μια μέρα, τα ζώα της ζούγκλας είχαν μαζευτεί για να αποφασίσουν πού θα παίξουν όλοι μαζί. Ο Άρης ο Ιπποπόταμος πρότεινε το ποτάμι, ο Έκτορας ο Ελέφαντας ήθελε το ξέφωτο, κι ο Λέων το Λιοντάρι προτιμούσε τη σκιά κάτω από τα δέντρα. Όλοι άρχισαν να μιλούν ταυτόχρονα και γινόταν μεγάλη φασαρία.
Τότε, ο Μίμης πέταξε πάνω σε ένα κλαδί και με τη φωνή του Έκτορα φώναξε:
- «Ησυχίααα!»
Όλα τα ζώα σταμάτησαν και κοίταξαν γύρω τους. Ο Έκτορας απόρησε:
- «Μα… εγώ δεν μίλησα!»
Ο Μίμης συνέχισε, αυτή τη φορά με τη φωνή του Άρη:
- «Ας παίξουμε όλοι μαζί στο ποτάμι, έχει δροσιά και χώρο για όλους!»
Τα ζώα ξέσπασαν σε γέλια μόλις κατάλαβαν το κόλπο του Μίμη. Αλλά είχαν ήδη συμφωνήσει: το ποτάμι ήταν το καλύτερο μέρος για παιχνίδι.
Έτσι, χάρη στον πολύχρωμο παπαγάλο με τις αστείες μιμήσεις, η ζούγκλα γέμισε γέλια, νερά που πιτσιλούσαν και χαρούμενες φωνές. Ο Μίμης έγινε ο ήρωας της ημέρας, γιατί με το χιούμορ του έφερε όλα τα ζώα κοντά.
