Στον μαγικό βυθό του Νέου Ωκεανού, όλα ήταν ήσυχα και χαρωπά.
Ο Ηλίας ο Αστερίας καθόταν στο δωμάτιό του, με τη λευκή του κιθάρα στα γόνατα, έτοιμος να κάνει πρόβα για τη μεγάλη συναυλία των Waves.
Μα… κάτι δεν πήγαινε καλά. 😯
Η κιθάρα του είχε εξαφανιστεί!
«Τι έγινε; Πού είναι η κιθάρα μου;» αναφώνησε ο Ηλίας, κοιτάζοντας κάτω από τα φύκια και μέσα στα κοράλλια.
Αμέσως έφτασε ο πιο σοφός και αξιόπιστος αστυνόμος του βυθού:
ο Χαράλαμπος ο Κάβουρας! 🦀
Με το καπέλο του στραβό αλλά πάντα περιποιημένο και τα δαγκανάρια του καθαρά, άρχισε την έρευνα.
Πρώτος σταθμός: η αγορά των ψαριών.
Εκεί βρήκε τον Τόνυ τον Ροφό, που έπαιζε κοφτές νότες στο ηλεκτρικό του μπάσο.
«Τόνυ, ξέρεις τίποτα για μια λευκή κιθάρα που εξαφανίστηκε;» ρώτησε ο Χαράλαμπος.
Ο Τόνυ κούνησε τα πτερύγιά του: «Μμμ… είδα ένα σαλιγκάρι να κουβαλάει κάτι μακρύ και λευκό προς το στούντιο των μουσικών!»
Ο Χαράλαμπος δεν έχασε χρόνο.
Ακολούθησε τα ίχνη από άμμο και μικρές φούσκες, που οδηγούσαν στο στούντιο των Waves.
Μέσα εκεί, βρήκε το σαλιγκάρι, να κοιτάζει την κιθάρα με μάτια γεμάτα θαυμασμό.
«Συγγνώμη, κύριε αστυνόμε!» ψιθύρισε το σαλιγκάρι.
«Δεν ήθελα να την κλέψω. Απλώς ήθελα να δω πώς φαίνεται η μαγεία της μουσικής από κοντά!»
Ο Χαράλαμπος χαμογέλασε, καταλαβαίνοντας ότι δεν υπήρχε κακή πρόθεση.
«Εντάξει, μικρέ. Η περιέργεια είναι καλό πράγμα, αρκεί να μην βλάπτει κανέναν!» είπε, επιστρέφοντας την κιθάρα στον Ηλία.
Ο Ηλίας, χαρούμενος, ευχαρίστησε τον αστυνόμο και το σαλιγκάρι.
Και μόλις έπιασε τις χορδές της κιθάρας, ολόκληρος ο βυθός γέμισε με μουσική, φως και χρώματα.
Οι Waves ήρθαν και όλοι χόρεψαν ανάμεσα στα κοράλλια, τραγουδώντας μαζί τους.
Ο Χαράλαμπος, με ένα ικανοποιημένο χαμόγελο, πήρε το καπέλο του, καθάρισε τα δαγκανάρια του και σκέφτηκε:
«Μερικές φορές, το να λύνεις μυστήρια δεν είναι μόνο για την τάξη… είναι για να φέρνεις χαρά!»
