Ο Αριστείδης ο Ξιφίας ήταν γνωστός σε όλο τον μαγικό βυθό για τη δεξιοτεχνία του με το ξίφος του. Δεν ήταν όμως απλώς γρήγορος και δυνατός· ήταν δίκαιος και πάντα ακολουθούσε τους κανόνες.
Μια μέρα ανακοινώθηκε το μεγάλο τουρνουά του βυθού. Όλοι οι θαλάσσιοι ξιφομάχοι μαζεύτηκαν για να δοκιμάσουν τις ικανότητές τους. Υπήρχε και μια μικρή ανησυχία… γιατί ανάμεσα στους συμμετέχοντες ήταν και ο Πέτρος ο Αχινός, που είχε τη φήμη του κακού και πάντα έβρισκε τρόπους να κάνει φασαρία.
Ο Αριστείδης μπήκε στην αρένα. Το κοινό φώναζε ρυθμικά:
– «Άρι-στί-δη! Άρι-στί-δη!»
Όταν ήρθε η σειρά του με τον Πέτρο, ο Αχινός προσπάθησε να κερδίσει με κόλπα. Έριξε άμμο στα μάτια του, αλλά ακόμα έβαλε και πανκ μουσική τόσο δυνατά που όλα τα ψαράκια τρόμαξαν και έτρεξαν να κρυφτούν.
Ο Αριστείδης δεν θύμωσε. Πήρε βαθιά ανάσα και θυμήθηκε τα λόγια του δασκάλου του:
– «Η μεγαλύτερη δύναμη του ξιφομάχου δεν είναι το ξίφος, αλλά η ψυχραιμία του.»
Με ήρεμες κινήσεις, ο Αριστείδης απέφυγε όλα τα κόλπα. Έκανε μια μικρή πιρουέτα, ακούμπησε ελαφρά το ξίφος του πάνω στο καβούκι του Πέτρου και… κέρδισε τον αγώνα χωρίς να τον πληγώσει.
Το κοινό ξέσπασε σε χειροκροτήματα!
Ο Πέτρος έμεινε έκπληκτος.
– «Μα… δεν θύμωσες; Δεν αντέδρασες;»
Κι ο Αριστείδης χαμογέλασε.
– «Δεν χρειάζεται να θυμώνεις για να νικήσεις. Χρειάζεται να σέβεσαι τον αντίπαλο και να πιστεύεις στον εαυτό σου.»
Από εκείνη τη μέρα, ο Αριστείδης έγινε παράδειγμα για όλα τα μικρά ψαράκια του μαγικού βυθού: η πραγματική νίκη είναι η δικαιοσύνη και η ψυχραιμία.
