Ο Τζακ και η Τζίνη αγαπούσαν τα ταξίδια. Ένα πρωινό ξύπνησαν χαμογελαστοί, γιατί είχαν αποφασίσει να πάνε σε μια μακρινή και όμορφη χώρα: την Αργεντινή.
Μπήκαν στο αεροπλάνο, έδεσαν τις ζώνες τους και ξεκίνησαν την περιπέτεια!
Όταν έφτασαν στο Μπουένος Άιρες, η πόλη έλαμπε από χρώματα και μουσικές. Σε μια πλατεία, ένα ζευγάρι χόρευε τάγκο, με βήματα απαλά σαν κύματα.
Η Τζίνη προσπάθησε να κάνει ένα βηματάκι… αλλά μπερδεύτηκε και γέλασε δυνατά.
«Δεν πειράζει!» είπε ο Τζακ. «Είναι μόνο η αρχή!»
Περπάτησαν μέχρι τη διάσημη, πολύχρωμη γειτονιά Λα Μπόκα.
Τα σπίτια ήταν κόκκινα, μπλε, κίτρινα, πράσινα σαν να είχαν ξεπηδήσει από ζωγραφιά!
Ένας καλλιτέχνης τους ζωγράφισε σε ένα χαρτί, μπροστά στα πολύχρωμα σπίτια.
«Να το πάρετε μαζί σας!» είπε.
Κι εκείνοι το κράτησαν σαν μικρό θησαυρό.
Την επόμενη μέρα ταξίδεψαν στους εντυπωσιακούς Καταρράκτες Ιγκουασού.
Τεράστιες κουρτίνες νερού έπεφταν με δύναμη, κάνοντας έναν δυνατό, μαγικό ήχο.
Ο Τζακ άπλωσε το χέρι του και μια μικρή μπλε πεταλούδα κάθισε επάνω.
«Νομίζω ότι μας λέει καλώς ήρθατε!» είπε με θαυμασμό.
Η Τζίνη έκλεισε τα μάτια και άκουσε το νερό να βροντάει σαν τύμπανα της φύσης.
Το τελευταίο βράδυ, ξαναπήγαν στην πλατεία της πόλης.
Η μουσική του ταγκό άρχισε να παίζει και η Τζίνη έδωσε το χέρι στον Τζακ.
«Έλα! Αυτή τη φορά θα τα καταφέρουμε!»
Κι έτσι, κάτω από τα φώτα και τα χαμόγελα των ανθρώπων, έκαναν τα πρώτα τους μικρά βήματα ταγκό λίγο αστεία, λίγο δειλά, αλλά γεμάτα χαρά.
Όταν ήρθε η ώρα να γυρίσουν σπίτι, ο Τζακ είπε:
«Η Αργεντινή ήταν μια περιπέτεια γεμάτη χρώματα!»
Και η Τζίνη απάντησε:
«Και γεμάτη όμορφες αναμνήσεις!»
Κρατώντας τη ζωγραφιά τους και πολλές εικόνες στην καρδιά, γύρισαν στο σπίτι τους… έτοιμοι για το επόμενο μεγάλο ταξίδι.
