Κάποτε, σε μια κοιλάδα που μύριζε βροχή και γιασεμί, ζούσαν οι νεράιδες του Ουρανού. Κάθε μία είχε τη δική της δύναμη: άλλες ζωγράφιζαν τα σύννεφα, άλλες ξυπνούσαν τα ουράνια τόξα, κι άλλες τραγουδούσαν τη μουσική του ανέμου.
Ανάμεσά τους υπήρχε μία διαφορετική, η Λίτα, η νεράιδα της αστραπής.
Είχε φτερά που άστραφταν σαν ασήμι και μάτια που έλαμπαν σαν το φως μετά από καταιγίδα. Μα υπήρχε κάτι που τη βασάνιζε…
Η Λίτα φοβόταν τη λάμψη της.
Κάθε φορά που θύμωνε, συγκινούνταν ή ένιωθε δυνατά συναισθήματα, το σώμα της άστραφτε, κι ο ουρανός γύρω της φώτιζε για ένα δευτερόλεπτο.
Οι άλλες νεράιδες τρομάζανε λίγο, κι εκείνη ένιωθε ντροπή.
Έτσι, η Λίτα έμαθε να μαζεύει το φως της, να το κρατά μέσα της, να μην λάμπει.
Μα μια νύχτα, μια τρομερή καταιγίδα σκέπασε την κοιλάδα.
Ο άνεμος ούρλιαζε, τα δέντρα λύγιζαν και οι αστραπές σχίζαν τον ουρανό. Οι νεράιδες έτρεχαν να κρυφτούν, μα στο κέντρο της καταιγίδας, ένα μικρό φωτάκι έσβηνε σιγά σιγά, ήταν η Γλαύκη, η μικρότερη νεράιδα, που είχε χαθεί μέσα στα σύννεφα.
Οι άλλες φώναζαν απελπισμένες, μα κανείς δεν μπορούσε να τη βρει.
Η Λίτα ένιωθε την καρδιά της να χτυπά δυνατά.
Μπορούσε να δει μέσα στα μαύρα σύννεφα· μπορούσε να νιώσει πού ήταν η μικρή Γλαύκη.
Μα αν άφηνε τη λάμψη της να βγει… όλος ο ουρανός θα φλεγόταν. Θα την έβλεπαν όλοι.
Και τότε, άκουσε μια φωνή μέσα της.
Ήταν απαλή, σαν αναπνοή του ίδιου του ανέμου:
«Το φως σου δεν είναι για να φοβάσαι… είναι για να οδηγείς.»
Η Λίτα πήρε μια βαθιά ανάσα, άνοιξε τα φτερά της και άφησε τη λάμψη της να ξεχυθεί.
Μια εκτυφλωτική αστραπή φώτισε όλον τον ουρανό, για μια μόνο στιγμή, αλλά αυτή η στιγμή έφτασε.
Μέσα στο φως, είδε τη μικρή Γλαύκη, κουρνιασμένη πάνω σε ένα κλαδί.
Η Λίτα έτρεξε κοντά της, την πήρε στην αγκαλιά της και την κατέβασε με ασφάλεια στη γη.
Η καταιγίδα σταμάτησε, σαν να είχε υποκλιθεί μπροστά στη γενναιότητά της.
Όταν όλα ηρέμησαν, οι άλλες νεράιδες την κοιτούσαν με θαυμασμό.
Η Κλαούντια Νεράιδα των σύννεφων της είπε με δέος:
«Η λάμψη σου δε μας τρόμαξε, Λίτα. Μας έδειξε τον δρόμο.»
Η Λίτα χαμογέλασε, και για πρώτη φορά δεν προσπάθησε να κρύψει το φως της.
Το άφησε να απλωθεί ήσυχα, σαν χρυσή ανάσα πάνω στα φύλλα της βροχής.
Από τότε, κάθε φορά που στον ουρανό πέφτει μια αστραπή που δε συνοδεύεται από βροντή, οι νεράιδες ψιθυρίζουν:
«Η Λίτα φωτίζει τον δρόμο… όχι για να φοβίσει, αλλά για να θυμίσει πως η δύναμή μας μπορεί να γίνει φως για τους άλλους.»
