Τα βράδια στην πίστα ήταν πάντα ήσυχα.
Μόνο ένα φως έμενε αναμμένο, εκείνο του εργαστηρίου του Σπάρκυ.
Εδώ και μήνες δούλευε πάνω σε ένα μυστικό project: ένα πρωτότυπο όχημα που δεν χρειαζόταν καύσιμα ή ηλεκτρισμό.
Ένα αυτοκίνητο που κινούνταν μόνο με καθαρή, “ζωντανή” ενέργεια.
Το είχε ονομάσει Νέον.
Η κατασκευή του ήταν κομψή, με φωτεινά πράσινα σχέδια που έμοιαζαν με χάρτη κυκλώματος.
Ο Σπάρκυ είχε βάλει μέσα του έναν πυρήνα που αντιδρούσε στο συναίσθημα κάτι που κανείς δεν είχε ξανατολμήσει.
Ένα βράδυ, καθώς ρύθμιζε τον πυρήνα, ο Νέον άρχισε να τρεμοπαίζει.
«Περίμενε λίγο ακόμα…» ψιθύρισε ο Σπάρκυ.
Αλλά ο πυρήνας άνοιξε ξαφνικά, και ο Νέον ξύπνησε.
Τα φώτα του άστραψαν, οι κινητήρες του βούιξαν, κι άρχισε να κινείται μέσα στο συνεργείο σαν παιδί που μόλις έμαθε να περπατά.
«Σταμάτα! Δεν είσαι έτοιμος!»
Ο Σπάρκυ έτρεξε να τον προλάβει, αλλά ο Νέον έπεσε πάνω στα ράφια.
Μια σιωπή. Έπειτα ένας απαλός ήχος, σαν αναστεναγμός.
Ο Σπάρκυ πλησίασε και τον ακούμπησε με προσοχή.
«Συγγνώμη… δεν έπρεπε να σε πιέσω να λάμψεις τόσο γρήγορα. Η φλόγα χρειάζεται χρόνο.»
Του έβαλε έναν νέο σταθεροποιητή, πιο απλό, πιο ανθρώπινο.
Ο Νέον ξαναζωντάνεψε. Τα φώτα του έλαμψαν απαλά όχι εκτυφλωτικά, αλλά ζεστά.
«Έτσι, μπράβο», του είπε ο Σπάρκυ. «Θα μάθουμε μαζί.»
Από εκείνη τη νύχτα, ο Νέον έγινε ο μαθητής του.
Μαζί ανακάλυψαν νέες μορφές ενέργειας, έλυσαν προβλήματα των Firewheels και ταξίδεψαν σε πειράματα που άλλαξαν τον κόσμο.
Ο Σπάρκυ δεν ήταν πια μόνος εφευρέτης· είχε γίνει μέντορας.
Και κάθε φορά που κοιτούσε τα μάτια του Νέον να λάμπουν, έβλεπε το μέλλον να χαμογελά.
